⚽️ O AΡΗΣ στη ✍️ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Ο Τόλης Καζαντζής(1938-1991) υπήρξε αξιόλογος Θεσσαλονικιός πεζογράφος,γόνος Αρειανής οικογένειας,αδελφός του ποδοσφαιριστή της ομάδας μας Δημήτρη Καζαντζή.
Στο παρακάτω υπέροχο απόσπασμα που παραθέτουμε,σαν συνέχεια της στήλης “Ο ΑΡΗΣ στη ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ”, ο Καζαντζής σκιαγραφεί το πορτρέτο του παππού,φανατικού Αρειανού, που παρά την προχωρημένη του ηλικία,παρακολουθεί ανελλιπώς τους αγώνες της ομάδας του, με τη ίδια ζέση και ενθουσιασμό,όπως και όταν ήταν νέος.
Διαβάζοντάς το μας θυμίζει ή μας γνωρίζει για πρώτη φορά,αναλόγως τα βιώματα του καθενός μας, εικόνες, συναισθήματα και το λεξιλόγιο της κερκίδας εκείνης της εποχής,αμέσως μετά τον πόλεμο.
Να σημειώσουμε ότι στην ομάδα μας έπαιξε ο αδερφός του συγγραφέα Δημήτρης Καζαντζής και γιος του παππού που μνημονεύεται στο απόσπασμα.Συγκεκριμένα έπαιξε με επιτυχία από το 1946 ως το 1953,μάλιστα ήταν ανιψιός του Κλεάνθη Βικελίδη.
Αν ήταν για ματς,ο παππούς δεν άκουγε κανέναν. Χρόνια ολόκληρα από το ΄29, έβρεχε,χιόνιζε, ο παππούς μου στο ματς.Τώρα μάλιστα είχε γίνει πιο φανατικός,αφού στην ομάδα μας έπαιζε και ο αδερφός μου.
Στο γήπεδο τον ξέραν όλοι και κάναν τόπο να καθίσει πλάι τους,γιατί εκτός του ότι ήταν αδερφός ποδοσφαιριστής είχε και τις πλάκες του.Πείραζε τους αντιπάλους και άμα κανείς του ΄λεγε καμιά κουβέντα,ήταν έτοιμος για καβγά. Όμως ποιος να τα βάλει με ογδόντα πέντε χρονών άνθρωπο;Τελευταία μάλιστα δεν έβλεπε και καλά. Έβελεπε μόνο το χρώμα από τις φανέλες που κουνιόταν,όμως δεν το φανέρωνε.Εμείς πάλι για να τον κουρντίσουμε του λεγαμε:
–Aφού δεν βλέπεις,τι πας στο γήπεδο;
-Tι λέτε μωρέ,λίγο το ΄χετε να ακούω σε όλο το γήπεδο το όνομά μου;μας έλεγε.
Τις πιο πολλές φορές γύρναγε από το γήπεδο θηρίο.Κάποιος θα ΄χε χτυπήσει τον αδερφό μου,κάποιοι «γαϊδούρι» δικό μας θα ΄χε χάσει σιγουρο γκολ,κι ο προπονητής: «Tι τον κρατάμε αυτόν τον σκιντζή; .Άσε πια τον διαιτητή,τον πουλημένο,κοντά σε όλα μας σακάτεψε και η ατυχία:δύο δοκάρια!».
Πάντα όμως υπήρχε η δεύτερη φορά,ο δεύτερος γύρος που «θα τους κάνουμε να μην ξέρουν από πού να φύγουν,θα τους βάλουμε μια ντουζίνα γκολ και θα τους πάρουμε και τα σώβρακα».
Την άρπαζε άσχημα με το ματς ο παππούς και αυτό το ξέρανε οι αντίπαλοι και όταν την έτρωγε η ομάδα και πήγαινε τη Δευτέρα το πρωί στο μαγαζί,δεν του φτανε ο καημός του,είχε και τους άλλους που κάθε τόσο περνάγανε από το μαγαζί και πετάγανε τα λογάκια τους για καζούρα.Δεν ήταν λίγες φορές που έβρισκε κολλημένο στο κεπέγκι του μαγαζιού ολόκληρο αγγελτήριο κηδείας,όπου πεθαμένοι ήταν όλοι,ο πρόεδρος,η διοίκηση,οι παίκτες…